HΠαλιά Πόλη της Κέρκυρας βρίσκεται στο νησί της Κέρκυρας στα ανοικτά των δυτικών ακτών της Αλβανίας και της Ελλάδας και κατέχει στρατηγική θέση στην είσοδο της Αδριατικής Θάλασσας, ενώ έχει τις (ιστορικές της) ρίζες στον 8ο π.Χ. αιώνα. Τα τρία φρούρια της πόλης, σχεδιασμένα από διάσημους Ενετούς μηχανικούς, χρησιμοποιήθηκαν για τέσσερις αιώνες για την προάσπιση των θαλάσσιων εμπορικών συμφερόντων της Βενετίας κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. |
Κέρκυρα, Το κέντρο της πόλης | ![]() |
|
Με την πάροδο του χρόνου, τα οχυρά επισκευάστηκαν και εν μέρει ξαναχτίστηκαν πολλές φορές, πιο πρόσφατα υπό βρετανική κατοχή τον 19ο αιώνα. Το κυρίως νεοκλασικό αποθέμα των κατοικιών της παλιάς πόλης είναι εν μέρει από την Ενετική περίοδο και εν μέρει από μεταγενέστερη κατασκευή, κυρίως του 19ου αιώνα. Ως ένα οχυρωμένο λιμάνι της Μεσογείου, το αστικό κέντρο και το λιμάνι της Κέρκυρας διακρίνονται για το υψηλό επίπεδο ακεραιότητας και αυθεντικότητας. Το ένα τρίτο του ιστορικού κέντρου της πόλης καταλαμβάνεται από τη Σπιανάδα (Esplanade), που βρίσκεται μεταξύ του παλαιού φρουρίου και της οικιστικής περιοχής, η οποία διευρύνθηκε στο μέγεθός που καταλαμβάνει σήμερα από την κατεδάφιση των πολυάριθμων κτηρίων το 1628, για αμυντικούς σκοπούς. Η Σπιανάδα, ο μεγαλύτερος ανοιχτός χώρος μέσα στην περιοχή, ο οποίος είναι κατάφυτος με ευαίσθητα δέντρα και κήπους από τον δέκατο ένατο αιώνα, έχει συνδεθεί πολύ με την ιστορία της πόλης.
|
Η θάλασσα, τα δέντρα, οι δασώδεις περιοχές, οι ελαιώνες και η λοιπή βλάστηση του τοπίου, είναι σημαντικά στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ουδέτερης ζώνης της περιοχής, που συνδέονται πολύ με την ιστορία της πόλης είναι τα ιστορικά νεκροταφεία, ο λόφος του Σωτήρος, ο λόφος Αβράμη, τα πάρκα στη Γαρίτσα και ο Ανεμόμυλος. Αυτή η μοναδική πολιτιστική οντότητα, μεγάλης αισθητικής αξίας, εγγράφτηκε στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς στις 31 Ιουλίου 2007 και έχει κηρυχθεί από το Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού ως ιστορικό μνημείο προγραμματισμένο για διατήρηση. Το σύνολο των οχυρώσεων και η Παλιά Πόλη της Κέρκυρας κατέχουν μια στρατηγική θέση στην είσοδο της Αδριατικής Θάλασσας. Ιστορικά, οι ρίζες της πάνε πίσω στον 8ο αιώνα π.Χ., και τη Βυζαντινή περίοδο. Έχουν δεχτεί πολλές επιρροές από ένα μείγμα διαφορετικών λαών.
|
Κέρκυρα, Πλατεία Ηρώων Κυπριακού Αγώνα | ![]() |
|
Από τον 15ο αιώνα, η Κέρκυρα ήταν υπό Ενετική κυριαρχία για τέσσερις αιώνες περίπου, περνώντας στη συνέχεια στους Γάλλους, τους Βρετανούς και τους Έλληνες. Σε διάφορες περιπτώσεις, έπρεπε να υπερασπίσει τον Ενετικό στόλο εναντίον του οθωμανικού στρατού. Η Κέρκυρα αποτελεί ένα καλά μελετημένο παράδειγμα της οχυρωματικής αρχιτεκτονικής, που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Sanmicheli, για να αποδείξει την αξία του. Η Κέρκυρα έχει μια ιδιαίτερη ταυτότητα, η οποία αντανακλάται στο σχεδιασμό του συστήματος της οχύρωσης και στο νεοκλασικό κτιριακό δυναμικό της. Ως εκ τούτου, μπορεί να συγκριθεί παράλληλα με άλλες σημαντικές Μεσογειακές οχυρωμένες πόλεις. Η εγγραφή του μνημείου στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς έγινε σύμφωνα με το κριτήριο (iv): Το αστικό και λιμενικό συγκρότημα της Κέρκυρας, που αποτελείται από ενετικά οχυρά, | είναι ένα αρχιτεκτονικό παράδειγμα εξέχουσας παγκόσμιας αξίας, τόσο ως προς την αυθεντικότητα όσο και προς την ακεραιότητα. Η συνολική μορφή των οχυρώσεων έχει διατηρηθεί και εμφανίζει ίχνη της Βενετοκρατίας, όπως το Παλαιό και το Νέο Φρούριο, όσο και σημαντικών παρεμβάσεων από τη Βρετανική περίοδο. Η σημερινή του μορφή οφείλεται στις επεμβάσεις του 19ου και του 20ου αιώνα: η αυθεντικότητα και η ακεραιότητα του αστικού ιστού επικεντρώνονται κυρίως σε μια νεοκλασική πόλη. Η προστασία του μνημείου εποπτεύεται από διάφορους οργανισμούς με τις σχετικές αποφάσεις, όπως το Υπουργείο Πολιτισμού (υπουργική απόφαση του 1980), το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (προεδρικό διάταγμα του 1980) και το Δήμο της Κέρκυρας (προεδρικό διάταγμα του 1981).
|
Κέρκυρα, Ανάκτορο των αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου
|
Η Αρχαιότητα και το ΒυζάντιοΗ Κέρκυρα, το πρώτο από τα νησιά του Ιονίου στην είσοδο της Αδριατικής, προσαρτήθηκε στην Ελλάδα από τους πρώτους Έλληνες αποίκους από την Ερέτρια της Εύβοιας (775–750 π.Χ.). Το 734 π.Χ. οι Κορίνθιοι ίδρυσαν μια αποικία γνωστή ως Κέρκυρα στα νότια, όπου βρίσκεται σήμερα η παλιά πόλη. Η πόλη έγινε λιμάνι εμπορικών συναλλαγών στο δρόμο προς τη Σικελία και ίδρυσε περαιτέρω αποικίες στην Ιλλυρία και την Ήπειρο. Οι ακτές της Ηπείρου και της Κέρκυρας τέθηκαν υπό την κυριαρχία της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας (229 π.Χ.) και αποτέλεσε εφαλτήριο για την επέκταση της Ρώμης στην Ανατολή. Στην εποχή του Καλιγούλα, δύο μαθητές του Αποστόλου Παύλου, ο οι Άγιοι Ιάσων, επίσκοπος Ικονίου, και Σωσίπατρος, επίσκοπος Ταρσού, εισήγαγαν το χριστιανισμό στο νησί. Η Κέρκυρα περιήλθε στην κυριαρχία της Ανατολικής Αυτοκρατορίας κατά την περίοδο της διαίρεσης, και εισήλθε σε μια δύσκολη περίοδο κατά την οποία υπέστη και την εισβολή των Γότθων (551 μ.Χ.). Ο πληθυσμός εγκατέλειψε σταδιακά την παλιά πόλη και κινήθηκε προς την χερσόνησο στις κορυφές (Κορυφή), όπου σήμερα βρίσκεται η αρχαία Ακρόπολη. Οι Ενετοί, οι οποίοι είχαν αρχίσει να διαδραματίζουν έναν πιο καθοριστικό ρόλο στη νότια Αδριατική, ήρθαν προς ενίσχυση προκειμένου να υπερασπιστούν τις δικές τους συναλλαγές με την Κωνσταντινούπολη, κατά του Νορμανδού Πρίγκιπα Ρόμπερτ Γουϊσκάρδου. Η Κέρκυρα καταλήφθηκε από τους Νορμανδούς το 1081 και επέστρεψε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία το 1084. Μετά την Δ’Σταυροφορία και την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν διάσπαρτη και, σε αντάλλαγμα για τη στρατιωτική υποστήριξή της, οι Βενετοί πήραν όλες τις ναυτικές βάσεις για τον έλεγχο του Αιγαίου και του Ιονίου, μεταξύ αυτών και την Κέρκυρα, την οποία κατέλαβαν για σύντομο διάστημα (1204–1214).
Οι Νορμανδοί, οι Ανδηγαυοί και οι ΕνετοίΓια τον επόμενο μισό αιώνα, το νησί περιήλθε στην κυριαρχία των Δεσποτών της Ηπείρου (1214–1267) και στη συνέχεια εκείνη των Ανδηγαυών της Νάπολης (1267–1368), που το χρησιμοποίησαν για την προώθηση των πολιτικών τους εναντίων τόσο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας όσο και της Δημοκρατίας της Βενετίας. Η μικρή μεσαιωνική πόλη μεγάλωσε μεταξύ των δύο οχυρωμένων κορυφών, της βυζαντινής Castel da Mare και της ανδεγαυικής Castel di Terra, έχοντας ως καταφύγιο το αμυντικό τείχος ενισχυμένο με πύργους. Σύμφωνα με μαρτυρίες, από το πρώτο μισό του 13ου αιώνα, υπήρξε διαχωρισμός των διοικητικών και θρησκευτικών αρμοδιοτήτων μεταξύ των κατοίκων της Ακρόπολης και των αποκεντρομένων περιοχών της πόλης που σήμερα καταλαμβάνεται από αυτό που ονομάζεται Spianada.
|
Προκειμένου να διεκδικήσει ναυτική και εμπορική δύναμη στη Νότια Αδριατική, η Δημοκρατία της Βενετίας εκμεταλλεύτηκε τις εσωτερικές συγκρούσεις που μαίνονταν στο Βασίλειο της Νεάπολης για να αναλάβει τον έλεγχο της Κέρκυρας (1386–1797). Οι συνεχιζόμενες εργασίες για τον καθορισμό, τη βελτίωση και την επέκταση της περιμέτρου του μεσαιωνικού τείχους αντανακλά σήμερα τον οικονομικό και στρατηγικό ρόλο της Κέρκυρας κατά τη διάρκεια των τεσσάρων αιώνων της Βενετοκρατίας. Στις αρχές του 15ου αιώνα οι δραστηριότητες επικεντρώθηκαν στην μεσαιωνική πόλη, με την ανάπτυξη των λιμενικών εγκαταστάσεων (αποβάθρες και οπλοστάσια) και συνεχίστηκαν με την ανακαίνιση των αμυντικών έργων. Τον επόμενο αιώνα δημιουργήθηκε ένα κανάλι διαχωρίζοντας τη μεσαιωνική πόλη από τα προάστιά της. Μετά την πολιορκία της πόλης από τους Οθωμανούς το 1537 και την πυρπόληση των προαστίων, ένα νέο πρόγραμμα εργασιών ξεκίνησε προκειμένου να απομονώσει την Ακρόπολη περαιτέρω και να ενισχύσει την άμυνά της. Η λωρίδα γης (σήμερα γνωστή ως Σπιανάδα) αποψιλώθηκε το 1516 και διευρύνθηκε με την κατεδάφιση των σπιτιών που αντίκριζαν τα τείχη της Ακρόπολης, δύο νέοι προμαχώνες δημιουργήθηκαν στις όχθες του καναλιού, το ύψος των περιμετρικών τοίχων μειώθηκε, και τα δύο ‘castelli’ αντικαταστάθηκαν από νέες δομές. Το έργο πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τα σχέδια του αρχιτέκτονα Michele Sanmicheli (1487–1559) και ολοκληρώθηκε το 1558, ενισχύοντας την άμυνα της πόλης με την ταχεία πρόοδο του πυροβολικού κατά τις επόμενες δεκαετίες. Μια άλλη πολιορκία από τους Οθωμανούς, το 1571, ανάγκασε τους Βενετούς να ξεκινήσουν ένα τεράστιο έργο οχύρωσης προκειμένου να προστατεύσουν την μεσαιωνική πόλη, τα προάστιά της, το λιμάνι, και όλα τα στρατιωτικά κτίρια (1576–1588). Ο Ferrante Vitelli, αρχιτέκτονας του Δούκα της Σαβοΐας, σχεδίασε ένα φρούριο (το Νέο Φρούριο), στο λόφο του Αγίου Μάρκου στα δυτικά της παλιάς πόλης, για να περιφρουρήσει την γύρω περιοχή και τη θάλασσα, καθώς επίσης και τα 24 προάστια που περικλείονταν σκάβοντας ένα τείχος με προμαχώνες και τέσσερις πύλες. Κατασκευάστηκαν περισσότερα κτίρια, τόσο στρατιωτικά όσο και δημόσια και ιδιωτικά, ενώ τον 15ο αιώνα αναμορφώθηκε και διευρύνθηκε το λιμάνι του Μανδρακίου. Την ίδια στιγμή, η μεσαιωνική πόλη άρχισε να εξυπηρετεί περισσότερο στρατιωτικούς σκοπούς (ο καθεδρικός ναός μεταφέρθηκε στη νέα πόλη τον 17ο αιώνα) για να γίνει η παλιά Ακρόπολη. Μεταξύ του 1669 και του 1682, το σύστημα της άμυνας ενισχύθηκε περαιτέρω στα δυτικά, από ένα δεύτερο τείχος, έργο του στρατιωτικού μηχανικού Filippo Vernada. Το 1714 οι Οθωμανοί προσπάθησαν να ανακαταλάβουν τον Μοριά (Πελοπόννησος), αλλά η ενετική αντίσταση σκλήρυνε όταν οι οθωμανικές δυνάμεις κατευθύνθηκαν προς την Κέρκυρα. Τόσο η στήριξη των χριστιανικών ναυτικών στόλων όσο και μια Αυστριακή νίκη στην Ουγγαρία το 1716, βοήθησαν να σωθεί η πόλη.
|
Κέρκυρα, Μέγαρο Καποδίστρια | ![]() |
|
Οι Γάλλοι, οι Βρετανοί και το Βασίλειο των ΕλλήνωνΗ συνθήκη του Campo Formio (1797) σηματοδότησε το τέλος της Δημοκρατίας της Βενετίας και η Κέρκυρα περιήλθε υπό γαλλικό έλεγχο (1797–1799), έως ότου η Γαλλία αποσύρθηκε λίγο πριν από την ρωσο-τουρκική συμμαχία, με αποτέλεσμα την ίδρυση του κράτους των Ιονίων Νήσων, με πρωτεύουσα την Κέρκυρα (1799–1807). Ο επαναπροσδιορισμός των εδαφικών ορίων στην Ευρώπη, μετά την πτώση του Ναπολέοντα, μετέτρεψε την Κέρκυρα, μετά από ένα καινούργιο και σύντομο διάστημα υπό γαλλικό έλεγχο (1807–1814), σε βρετανικό προτεκτοράτο για τον επόμενο μισό αιώνα (1814–1864). Ως πρωτεύουσα του Ιονικού Κράτους, η Κέρκυρα έχασε τη στρατηγική της σημασία. Υπό τη διακυβέρνηση του Ύπατου Αρμοστή της Βρετανίας Sir Thomas Maitland (1816–1824), η αναπτυξιακή της δραστηριότητα επικεντρώθηκε στη Σπιανάδα. Αργότερα, ο διάδοχός του, Sir Frederic Adam (1824–1832), έστρεψε την προσοχή του προς τα δημόσια έργα (την ανοικοδόμηση ενός υδραγωγείου, την
|
αναδιάρθρωση της Παλαιάς Ακρόπολης και την προσθήκη νέων στρατιωτικών κτιρίων εις βάρος των ενετικών, την ανασυγκρότηση και την αύξηση των κατοικιών της πόλης) και την αναδιοργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος (η νέα Ιόνιος Ακαδημία εγκαινιάστηκε το 1824), το οποίο συνέβαλλε στην ανάπτυξη των γραμμάτων κατά τη διάρκεια της Γαλλική κατοχής. Την ίδια περίοδο, οι Βρετανοί άρχισαν να κατεδαφίζουν τις εξωτερικές οχυρώσεις στο δυτικό άκρο της πόλης και στράφηκαν στο σχεδιασμό κατοικημένων περιοχών έξω από τα τείχη. Το 1864 το νησί προσαρτήθηκε στο Βασίλειο των Ελλήνων. Τα φρούρια αφοπλίστηκαν και διάφορα τμήματα του περιμετρικού τείχους και της άμυνας σταδιακά κατεδαφίστηκαν. Το νησί έγινε ένας αγαπημένος προορισμός διακοπών για την αριστοκρατία της Ευρώπης. Η παλιά πόλη υπέστη σοβαρές ζημιές από τους βομβαρδισμούς του 1943, ενώ στις ανθρώπινες απώλειες προστέθηκε και η καταστροφή πολλών σπιτιών και δημοσίων κτιρίων (η Ιόνιος Βουλή, το Δημοτικό Θέατρο, και η βιβλιοθήκη), δεκατεσσάρων εκκλησιών, και μιας σειράς από κτίρια στην παλιά Ακρόπολη. |
Κέρκυρα, Παλαιό Φρούριο | ![]() |