Η περιοχη του Κότορ

Η περιοχη του Κότορ

Φύση, πολιτισμός και ιστορία

Η περιοχη του Κότορ, Μαυροβούνιο

go back
    Hφυσική, πολιτιστική και ιστορική περιοχή του Kotor βρίσκεται στον εντυπωσιακό κόλπο της Μπόκα Κότορσκα (Boka Kotorska), σε ένα μοναδικό φυσικό λιμάνι της ανατολικής ακτής της Αδριατικής, στο Μαυροβούνιο. Λόγω της εξαιρετικής και οικουμενικής της αξίας, η περιοχή εγγράφηκε το 1979 στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Το 2011 ορίστηκε ότι η προστατευμένη ζώνη περιβάλλει ολόκληρό τον κόλπο. Η “Φυσική και Πολιτιστικό-Ιστορική Περιοχή του Κότορ (Kotor)”, είναι ένας αρμονικός συνδυασμός ποικίλων φυσικών φαινομένων και κληρονομιάς φτιαγμένης από τον άνθρωπο. Ο κόλπος της Boka Kotorska, εκτός από τις προστατευμένες ζώνες των ορμών του Κότορ και του Ρίσαν (Risan), περιβάλλει και τους κόλπους του Τίβατ (Tivat) και του Χέρτζεγκ Νόβι (Herceg Novi). Με ποικίλα και μοναδικά φυσικά, γεωγραφικά, ιστορικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά του, ο κόλπος του Boka Kotorska αποτελεί πολιτιστικό τοπίο εξέχουσας οικουμενικής αξίας. 
Η πόλη του Κότορ με το λόφο του Αγίου Ιωάννη (Sveti Ivan/Σβέτι Ίβαν)    

Τα φυσικά χαρακτηριστικά του κόλπου της Μπόκα Κότορσκα 

Γεωλογικά, ο κόλπος της Boka Kotorska ήταν κοιλάδα ποταμού που βυθίστθηκε και κατακλύσθηκε ως αποτέλεσμα τεκτονικών δραστηριοτήτων. Τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά, ειδικά τα ευδιάκριτα πριονωτά βουνά του, τον καθιστούν μοναδικό στη Μεσόγειο. Ο κόλπος αυτός διεισδύει στην ξηρά περίπου 29 χιλιόμετρα και περιβάλλεται από απόκρημνα ασβεστολιθικά βουνά των Δειναρικών Άλπεων, με τις υψηλότερες κορυφές στα βουνά Όριεν (Orjen, 1895μ.) και Λόβτσεν (Lovćen, 1749μ.), και είναι ένα από τα πέντε Εθνικά Πάρκα του Μαυροβουνίου. Το μέγιστο βάθος του κόλπου είναι 52 μέτρα. Η περιοχή του κόλπου με την ενδοχώρα της αποτελεί τυπικό παράδειγμα καρστικού τοπίου, με τη χαρακτηριστική μορφολογία και υδρολογία. Η γεωλογική σύσταση των βουνών είναι βασικά ασβεστολιθική, με πολλές καρστικές μορφές (όπως σπηλαία, καταβόθρες, φρέατα, κα.), ενώ το παράκτιο τμήμα αποτελείται από φλύσχη και ιζηματογενή πετρώματα. Ο καρστικός χαρακτήρας της περιοχής έχει επηρεάσει και την υδρολογία του. Πολυάριθμες καρστικές πηγές εμφανίζονται στο επίπεδο της θάλασσας (Škurda/Σκούρδα, Gurdić/Γκούρδιτς, Ljuta/Λιούτα), αλλά υπάρχουν και κρυμμένες πηγές πάνω από το επίπεδο της θάλασσας (Σόποτ, 33μ.), καθώς και πηγές στον πυθμένα της θάλασσας. Ένα τμήμα της ενδοχώρας του Κότορ (Crkvice/’Τσρκβιτσε, 1097 μ.) δέχεται την υψηλότερη βροχόπτωση στην Ευρώπη (5155 mm). Ωστόσο, λόγω της καρστικής μορφής του εδάφους, το μεγάλο μέρος αυτών των υδάτων περνάει κάτω από την επιφάνεια της γης, δημιουργώντας υπόγεια υδάτινα ρεύματα που αναδύονται στο επίπεδο της θάλασσας ή κάτω από αυτό, μειώνοντας την αλατότητα του θαλασσινού νερού, αλλά και αυξάνοντας την εδαφική ανυδρία. Σε μια περιοχή όπου τα ψηλά βουνά με πριονωτές κορυφές και απότομες πλαγιές καταλήγουν στη θάλασσα, υπάρχει σε σχετικά μικρό χώρο μεγάλη ποικιλία κλιματικών συνθηκών — από μεσογειακές ως υποαλπικές — που συμβάλλουν στην πλούσια και ποικίλη βλάστηση. 
 

Η ιστορία της Μπόκα Κότορσκα

Εξαιρετικό φυσικό περιβάλλον, ευνοϊκή γεωγραφική θέση και ταραχώδης ιστορία, σε συνδυασμό με τη συνεχή επίδραση του ανθρώπου, δημιούργησαν ένα αξιοθαύμαστο πολιτιστικό τοπίο. Έντονες επιρροές από όλες τις περιοχές της Μεσογείου, τόσο του Ανατολικού όσο και του Δυτικού, διαμόρφωσαν την Μπόκα Κότορσκα ως ένα σημείο συνάντησης διαφόρων πολιτισμών που αφομοιώθηκαν από τον αυτόχθονο, και εμποτίστηκαν με το πνεύμα του ντόπιου πληθυσμού δημιουργώντας μια μοναδική πολιτιστική ταυτότητα. 
Perast/Πέραστ  

 

 

  Ο ανθρώπινος μόχθος, συνυφασμένος με μεγάλη ευαισθησία για το φυσικό περιβάλλον, δημιουργεί μια τέλεια ένωση σε αυτό το συναρπαστικό τοπίο της ακτογραμμής της Μπόκα. Η ζωή στην περιοχή του Κότορ χρονολογείται ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους και σημαδεύτηκε από μεγάλες ιστορικές αλλαγές και ανατροπές από διάφορες εξουσίες και διοικήσεις. Ευρήματα της Νεολιθικής εποχής προέρχονται από ένα σπήλαιο πάνω από το Πέραστ (Perast), όπως και ζωγραφιές ελαφιών που χρονολογούνται στη Μέση Εποχή του Χαλκού από ένα σπήλαιο στο Λίπτσι (Lipci), κοντά στο Μόριν (Morinj). Από τον 4ο αι.π.Χ. στην περιοχή κατοικούσαν οι Ιλλυρικές φυλές. Κατά τη διάρκεια της Ιλλυρικής κυριαρχίας, στην περιοχή της Boka ιδρύθηκαν δύο πόλεις: Ρίσαν (Risan), από τον οποίο πήρε το όνομά του και ολόκληρος ο κόλπος (Sinus Rhizonicus) και οποίος ήταν η κύρια κατοικία της Βασίλισσας των Ιλλύρων, της Τέουτα (Teuta) η δεύτερη πόλη ήταν το Acruvium, την οποία αναφέρει ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος τον 1ον αιώνα μ.Χ., και για την οποία θεωρείται ότι βρισκόταν στην τοποθεσία της σημερινής πόλης του Κότορ.    Οι Ρωμαίοι κατέκτησαν την Ιλλυρία το 168 π.Χ., και κυριαρχούσαν στην περιοχή περισσότερο από πέντε αιώνες. Μετά την πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (476 μ.Χ.), η Μπόκα έγινε τμήμα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζαντινής Αυτοκρατορίας). Στα τέλη του 6ου και στις αρχές του 7ου αιώνα, σλαβικά φύλα εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, και έως το 10ον αιώνα η περιοχή του Κότορ ήταν εκσλαβισμένη. Η κυριαρχία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας διήρκεσε μέχρι το 1185, με σύντομα διαστήματα κυριαρχίας της οικογένειας Vojislavljević, κυβερνητών από το σλαβικό κράτος της Duklja (Ντούκλια, Doclea). Παρά τις συχνές αλλαγές των δυνάμεων εξουσίας — έως το 19ο αιώνα η περιοχή υπέστη οκτώ πολιτικές μετατροπές από ξένους και ντόπιους κυβερνήτες — η πόλη του Κότορ και η περιοχή της Μπόκα εξακολούθησε να ακμάζει. Αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι η πόλη είχε πολύ ισχυρές τοπικές δημοτικές αρχές — που διαμορφώθηκαν ήδη τη ρωμαϊκή εποχή — αλλά και στις μεταγενέστερες μεσογειακές επιρροές, που ρύθμιζαν όλες τις πτυχές του οικονομικού, πολιτικού και εκκλησιαστικού συστήματος. 

Prčanj / ’Πρτσαν  
Η ανάπτυξη της πόλης του Κότορ και της περιοχής της ήταν στενά συνδεδεμένη με τη ναυτιλία κα το εμπόριο. Την εποχή της κυριαρχίας του σερβικού κράτους της Ράσκα (Raška), από το 1185 έως το 1371, συνέβη και η πρώτη μεγάλη ανάπτυξη της πόλης, όταν το Κότορ έγινε το κύριο λιμάνι των βασιλέων της Σερβίας και ένα ευημερούν διαμετακομιστικό κέντρο μεταξύ των Βαλκανίων και της υπόλοιπης Μεσογείου. Από το 1371 έως το 1384, η περιοχή περιήλθε υπό την κυριαρχία του ούγγρο-κροατικού βασιλέα, του Λουδοβίκου Α’, και από το 1384 έως το 1391 του βόσνιου βασιλέα Τβρτκο Α’ (Tvrtko I). Την περίοδο 1391—1420 ήταν ανεξάρτητη πόλη-κράτος. Το 1420, απειλημένη από τους Οθωμανούς που είχαν ήδη κατακτήσει τις γειτονικές περιοχές, η πόλη αναζήτησε την προστασία της Δημοκρατίας της Βενετίας και παρέμεινε υπό την κυριαρχία της μέχρι το 1797. Αυτή είναι και η περίοδος της δεύτερης ανόδου του θαλάσσιου εμπορίου στην περιοχή — οι οικισμοί Perast, Prčanj και Dobrota (Ντόμπροτα) αναπτύχθηκαν ως εξέχοντα κέντρα ναυσιπλοΐας και εμπορίου. Την περίοδο εκείνη η περιοχή της υπερηφανευόταν μέχρι 300 ποντοπόρα ιστιοφόρα, κι άλλα τόσα μικρότερα ακτοπλοϊκά. Από το 1482 έως το 1687, εκτός από την κυριαρχία της Βενετίας, το βορειοδυτικό τμήμα του Κόλπου, από το Herceg Novi έως το Risan, ήταν τουρκοκρατούμενη περιοχή. Η περιοχή της Μπόκα Κότορσκα ήταν υπό τον έλεγχο της Αυστροουγγαρίας από το 1797 μέχρι το 1918, ως το νοτιότερο 
 
τμήμα της αυτοκρατορίας, με σύντομα διαστήματα διακυβέρνησης της Ρωσίας (1806–1807), της Γαλλίας (1807–1813), και την προσωρινή κυβέρνηση του ενωμένου Μαυροβουνίου και της Μπόκα Κότορσκα, γνωστή ως Κεντρική Επιτροπή (1813–1814). Το 1918, μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η περιοχή έγινε τμήμα του Βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, και αργότερα του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η περιοχή, όπως και ολόκληρο το Μαυροβούνιο, έγινε τμήμα της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας, και μετά τη διάλυσή της παρέμεινε στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (την Κρατική Ένωση της Σερβίας και του Μαυροβουνίου), μέχρις ότου έγινε τμήμα του ανεξάρτητου κράτους του Μαυροβουνίου, το 2006.  
 

Η περιοχή του Κότορ

Κατα μήκος της μορφολογικά ιδιαίτερα περίπλοκης ακτής της Boka βρίσκονται πολλοί οικισμοί, τους οποίους χωρίζουν περιοχές καλλιεργημένων εκτάσεων ή παλαιά βραχώδη τοπία. Η περιοχή του Kotor περικλείει περισσότερες από δέκα πόλεις και μικρότερους ή μεγαλύτερους οικισμούς ξεχωριστού χαρακτήρα. 

Το νησί της Παναγίας των Βράχων (Gospa od Škrpjela - Γκόσπα οντ Σκρπιέλα)   Ρίσαν (Risan), αρχαίο κέντρο ιλλυρικού και ελληνιστικού πολιτισμού αυτής της περιοχής, διέσωσε απομεινάρια του ιλλυρικό-ελληνιστικού φρουρίου Γκράντινα (Gradina), απομεινάρια της ρωμαϊκής πόλης Rhizon — συμπεριλαμβανομένης και της ρωμαϊκής έπαυλης με ψηφιδωτά του 2ου αιώνα π.Χ. — και ίχνη της παλαιότερης τουρκικής πόλης στο κέντρο, στα περίχωρα και στο λιμάνι. Από τον 6ο αιώνα μ.Χ., η πόλη του Κότορ αντικατέστησε το Ρίσαν ως πρωτεύουσα και διοικητικό και πολιτικό κέντρο της περιοχής της Μπόκα. Η πόλη του Κότορ ξεχωρίζει λόγω της μακράς της ιστορίας. Η πόλη στην αρχική της έκταση οχυρώθηκε, και αποτελεί μοναδικό παράδειγμα αστικής οχύρωσης στην Αδριατική. Τα τείχη — μήκους 4,5 χιλιόμετρα, πλάτους από 2 έως 15 μέτρα, και ύψους έως 20 μέτρα — ακολουθούν την γραμμή της απότομης πλαγιάς της οροσειράς του Αγίου Ιωάννη (Sveti Ivan/San Giovanni). Η παλαιά πόλη του Κότορ είναι ένα δίκτυο από στενά δαιδαλώδη δρομάκια που συνδέουν πλατείες διαφορετικού μεγέθους, συνήθως ακανόνιστου σχήματος, αλλά και ξεχωριστού χαρακτήρα.    Περισσότερες από 30 εκκλησίες έχουν διασωθεί ή καταγραφεί ότι υπήρχαν στην παλαιά πόλη. Έξι από αυτές, του ρομανικού ρυθμού, έχουν ιδιαίτερη ιστορική αξία: ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Τρύφωνα και οι εκκλησίες του Αγίου Λουκά, της Αγίας Άννας, της Αγίας Μαρίας Collegiate, του Αγίου Παύλου και του Αγίου Μιχαήλ. Επιπλέον, η πόλη υπερηφανεύεται ότι έχει πολλά παλάτια παλαιών ευγενών οικογενειών (Pima, Bizanti, Buća, Drago, Grgurina, Vrakijen, κα.), καθώς και δημόσια κτίρια. Η πόλη είχε και τον καταστατικό του χάρτη, ο οποίος χρονολογείται στο 1301 και τυπώθηκε στη Βενετία το 1616. Κάποτε φημισμένο μεσαιωνικό κέντρο χειροτεχνίας, η πόλη του Κότορ σήμερα έχει πολλά γραφικά θολωτά καταστήματα με χαρακτηριστικά ενωμένες πόρτες και παράθυρα. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, καλλιτεχνικά και άλλα επαγγέλματα άνθιζαν σε πολλά εργαστήρια της πόλης. Ήταν οργανωμένα σε συντεχνίες (confraternitas) και για τις πρώτες τους ύλες — ειδικά για μέταλλα (χρυσοχόοι και σιδηρουργοί), δέρμα και ξύλο — βασιζόταν στον εφοδιασμό από την ενδοχώρα. 

 

 

 
Οι ενώσεις αυτές ήταν ταυτοχρόνως και θρησκευτικές οργανώσεις και οικονομικές συντεχνίες. Η πόλη του Κότορ είχε ήδη από τον 9ο αιώνα μια ισχυρή Αδελφότητα των Ναυτικών, η οποία συνέβαλε σημαντικά στη ζωή της πόλης: παρέχοντας βοήθεια στα μέλη της, αλλά και διαφυλάσσοντας τους παραδοσιακούς χορούς και τις φορεσιές. Fides et Honor (Πίστη και Τιμή), το σύνθημα της Αδελφότητας των Ναυτικών της Μπόκα, είναι μόνο μια ένδειξη της πολιτιστικής ταυτότητας της Μπόκα Κότορσκα, και της μακροχρόνιας παράδοσης και ανάπτυξής της. Ήδη κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, στα τέλη του 13ου αιώνα, άνοιξε στην πόλη (του Κότορ) το πρώτο της λύκειο, ενώ ύπαρξη ενός φαρμακείου, καθώς και υπηρεσίας υγείας, επιβεβαιώνεται για πρώτη φορά το 1326. Αρχιτέκτονες, ποιητές και ζωγράφοι αυτής της περιοχής έπαιξαν σημαντικό ρόλο και στον τόπο τους και στην ευρύτερη Ευρωπαϊκή σκηνή, ειδικά μετά το Μεσαίωνα. Κατά τον 15ο και 16ο αιώνα λειτουργούσαν τα τυπογραφεία των A. Paltašić και J. Zagurović. Από το 1698 τη ναυσιπλοΐα στο Πέραστ δίδασκαν φημισμένοι ναυτιλιακοί εμπειρογνώμονες. Η ίδια η πόλη του Κότορ είναι ένα θησαυροφυλάκιο τέχνης και πολιτισμού: περίτεχνα διακοσμημένες μαρμάρινες Άγιες Τράπεζες, εικόνες, πολύτιμα έργα ζωγραφικής, έργα καλλιτεχνικής αργυροχοΐας, επάργυρα και διακοσμήτικά αντικείμενα, κειμήλια, άμφια και κεντήματα, σπαράγματα τοιχογραφιών — μαρτυρίες πολιτιστικής συνύπαρξης και αλληλεπίδρασης των λαών και των ιστορικών εποχών. Πολύτιμα αντικείμενα και έγγραφα, συμπεριλαμβανομένου και του παλαιότερου (από το 1326) βιβλίου των συμβολαιογράφων του Κότορ, φυλάσσονται στα μουσεία, στις εκκλησίες και στα αρχεία, όπως το Ναυτικό Μουσείο του Μαυροβουνίου και το Ιστορικό Αρχείο του Κότορ. 
 

Άλλα κέντρα 

Κατά τη διάρκεια του 17ου και 18ου αιώνα, οι γειτονικοί παράκτιοι οικισμοί — Perast, Dobrota, Prčanj και Stoliv (Στόλιβ) — ήρθαν στο προσκήνιο, παραμένοντας άρρηκτα συνδεδεμένοι με την πόλη του Κότορ. Σε αυτούς τους οικισμούς κυριαρχεί η κοσμική αρχιτεκτονική των ανακτόρων, χτισμένων με την τεχνοτροπία του μπαρόκ. 
  Πέραστ (Perast) — μια γραφική παράκτια πόλη, γνωστή για τα μπαρόκ παλάτια και τις εκκλησίες της. Στην πόλη δεσπόζει το κωδωνοστάσιο της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου (17ος αι.), αλλά και τα ανάκτορα των επιφανών ναυτικών, εμπόρων, αξιωματούχων της πόλης και της εκκλησίας, παρατεταγμένα κατά μήκος της ακτογραμμής. Τα χαρακτηριστικότερα διακριτικά γνωρίσματα της πόλης είναι μάλλον τα δύο της νησιά: το “φυσικό” νησί του Αγίου Γεωργίου, με το μοναστήρι των Βενεδικτίνων (9ος αι.)∙ και το νησί της Παναγίας των Βράχων (Gospa od Škrpjela), ένα τεχνητό νησί, χτισμένο με πέτρες και σκόπιμα βυθισμένα σκάφη γύρω από έναν μικρό βράχο (škrpjel). Ένα παραδοσιακό έθιμο ονομαζόμενο “Fašinada” (Φασινάδα) διατηρείται και στις ημέρες μας στο Πέραστ: κάθε χρόνο, ανήμερα της 22ης Ιουλίου, οι κάτοικοί της, με τις βάρκες τους φέρνουν κι άλλες πέτρες για να ενισχύσουν το νησί. Στο νησί βρίσκεται ομώνυμη εκκλησία: Gospa od Škrpjela (Η Παναγία των Βράχων, ...) διακοσμημένη με εξαιρετικές τοιχογραφίες του Tripo Kokolja, γνωστού ζωγράφου του Πέραστ της εποχής του μπαρόκ. Dobrota (Ντόμπροτα) και Prčanj (Πρτσαν) — άλλοτε οικισμοί ναυτικών, στρατιωτών και εμπόρων — ξακουστοί για τα μπαρόκ ανάκτορά τους (17ος—19ος αι.) και τις εκκλησίες: του Αγίου Ματθαίου (13ος—17ος αι.) και του Αγίου Ευσταθίου (18ος αι.) στην Dobrota, με πολύτιμες συλλογές έργων ζωγραφικής, κεντημάτων και ασημένιων αντικειμένων. Στο Prčanj βρίσκονται οι εκκλησίες του Αγίου Θωμά (9ος αι.), και η υπέροχη εκκλησία της Παναγίας (18ος αι.). Η περιοχή του Κότορ περιλαμβάνει επίσης και τα ψαροχώρια Muo και Orahovac, καθώς και ένα δίκτυο αγροτικών οικισμών στην ενδοχώρα του κόλπου (Gornji Stoliv, Morinj, Kostanjica, Škaljari). Κάποιοι από αυτούς του οικισμούς, όπως Gornji Stoliv, προηγήθηκε της ανάπτυξης των παράκτιων οικισμών. Εκτός από το μοναδικό φυσικό περιβάλλον, τους αρχιτεκτονικούς θησαυρούς και την κινητή κληρονομιά του, ο κόλπος της Μπόκα Κότορσκα υπερηφανεύεται και για την πλούσια άυλη πολιτιστική κληρονομιά του (ο Ναυτικός Χορός της Μπόκα, “Fašinada”, οι θρύλοι, κα.), χάρη στην οποία η περιοχή είναι σήμερα πολιτιστικό τοπίο εξέχουσας οικουμενικής αξίας.