Hπόλη της Ferrara ήταν ήδη κατά τον Μεσαίωνα σημαντικό ποτάμιο εμπορικό κέντρο, αλλά στο απόγειο της δύναμής της έφτασε στην Αναγέννηση, υπό την ηγεσία της οικογένειας Este. Σ’αυτήν τη χρυσή εποχή αναφέρεται και η ένταξη της πόλης στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, η οποία πραγματοποιήθηκε σε δύο διαδοχικά στάδια: αρχικά το 1995 και, στη συνέχεια, το 1999. Το 1995, κατά τη διάρκεια της 19ης Συνεδρίασης της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς στο Βερολίνο, η πόλη της Ferrara προστέθηκε στον Κατάλογο σύμφωνα με τα κριτήρια (II.), (IV.) και (VI.), διότι είναι “χώρος εξέχουσας οικουμενικής αξίας, ως μία αναγεννησιακή εντυπωσιακά ρυμοτομημένη πόλη, η οποία έχει διατηρήσει τον αστικό της ιστό σχεδόν ανέπαφο. Οι εξελίξεις στον τομέα της πολεοδομίας που βρήκαν την έκφρασή τους στην Ferrara, συνέβαλαν καθοριστικά στην ανάπτυξη των σχεδίων πόλεων στους επόμενους αιώνες”. Η ένταξη αφορούσε το κέντρο της πόλης, περιβαλλόμενο από τα πελώρια τείχη του, με διατηρημένους εσωτερικούς χώρους και κήπους.
|
Φερράρα, Δημοτικό Μέγαρο | Η Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς, κατά τη διάρκεια της 23ης συνεδρίασής της (2 Δεκεμβρίου 1999) στο Μαρακές του Μαρόκο, επέκτεινε την αναγνώρισή της και στα κριτήρια (III.) και (V.), δηλώνοντας ότι οι δουκικές κατοικίες της οικογένειας Έστε αποτελούν εξαιρετικά παραδείγματα της επιρροής του πολιτισμού της Αναγέννησης στο φυσικό τοπίο∙ το Δέλτα του Πάδου είναι ένα έξοχα σχεδιασμένο πολιτιστικό τοπίο το οποίο διατηρεί, σε ένα αξιοσημείωτο βαθμό, την αρχική του μορφή. Κατόπιν αιτήσεως του ιταλικού κράτους, η Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς αποφάσισε επομένως να αλλάξει το όνομα της εγγεγραμμένης περιοχής στο “Φερράρα, η Πόλη της Αναγέννησης και το Δέλτα του Πάδου”, συμπεριλαμβάνοντας την ευρύτερη περιοχή και τονίζοντας την συνοχή μεταξύ της πόλης και της υπαίθρου. Τα κίνητρα για τους δύο μεταγενέστερους συνυπολογισμούς προβάλλουν τον τρόπο με τον οποίο τα αναγεννησιακά ιδεώδη της αυλής των Este πραγματοποιήθηκαν όχι μόνο στα πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά σχέδια της πόλης, αλλά και στο σχεδιασμό τοπίου της υπαίθρου, σε μια απόλυτη αλληλεπίδραση περιβάλλοντος και πολιτισμού. Η εγγραφή αυτού του χώρου στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς προϋποθέτει την εφαρμογή των μέτρων προστασίας και προώθησης, όχι μόνο σε
|
ένα απομονομένο μνημείο, αλλά σε ολόκληρο το σύμπλεγμα περίβλεπτων οροσήμων της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου. Ο χώρος αυτός αποτελεί ένα πολιτιστικό τοπίο, το οποίο περιλαμβάνει το ιστορικό κέντρο της πόλης Ferrara και την ευρύτερη περιοχή του αρχαίου δέλτα του Πάδου. Τα όρια της περιοχής δεν ορίζονται με μία αδιάκοπη γραμμή, αλλά περιβάλλουν τις εκτάσεις οι οποίες είναι αντιπροσωπευτικές της περιοχής που έζησε μεγάλες αλλαγές την εποχή της Αναγέννησης. Εκείνη την εποχή, η οικογένεια Έστε υποκίνησε μια πολεοδομική, αρχιτεκτονική και καλλιτεχνική ανάπτυξη τόσο της πόλης, όσο και της υπαίθρου με αποχετευτικά έργα σε μεγάλες εκτάσεις βαλτώδους εδάφους, με εισαγωγή των “castalderie” και την κατασκευή του δικτύου των μεγαλοπρεπών εξοχικών αρχοντικών κατοικιών, γνωστών ως “Delizie Estensi”. Ο χώροι της UNESCO στην πόλη της Φερράρας επεκτείνονται ως το δακτύλιο των τειχών που περικυκλώνουν την πόλη. Με το πέρασμα του χρόνου, ο δακτύλιος σταδιακά μεγάλωνε για να προσαρμοστεί στις καινούργιες επεκτάσεις της πόλης.
|
Φερράρα: Εβραϊκή συνοικία, οδός Mazzini | ![]() |
Η πόληΗ καρδιά της πόλης εξακολουθεί να διατηρεί τη σωστή ισορροπία μεταξύ παρελθόντος και παρόντος. Στο λαβύρινθο των περιπλεγμένων δρόμων της εποχής του Μεσαίωνα, ακόμα ανευρίσκονται τα ίχνη της παλιάς κοίτης του Πάδου ποταμού. Τα παραδείγματα της τυπικής αρχιτεκτονικής εκείνης της εποχής υπάρχουν ακόμα στις καλά διατηρημένες “case a cassero”, ευδιάκριτες λόγω του στενόμακρου σχήματός τους. Βόρεια της Μεσαιωνικής περιοχής, στο κέντρο της πόλης, βρίσκονται σημαντικά μνημεία, όπως το Κάστρο των Έστε (Castello Estense) ως σύμβολο της υπεροχής τους στην πόλη, και ο Καθεδρικός Ναός, ένα εξαιρετικό μείγμα Ρομανικού και Γοτθικού ρυθμού. Μεταξύ των πολυάριθμων εξαιρετικών μνημείων εντός των τειχών της πόλης ξεχωρίζουν μερικά: Palazzo dei Diamanti (Παλάτι των Διαμαντιών) — το οποίο είναι μοναδικό του είδους του στην Ευρώπη — έργο του αρχιτέκτονα Biagio Rossetti χτισμένο το 1492 κατά παραγγελία του δούκα Ercole I, το οποίο βρίσκεται στην οδό Corso Ercole I d’Este που αποτελεί τον κύριο άξονα της πολεοδομικής επέκτασης∙ Palazzo Schifanoia με τις τοιχογραφίες στην Αίθουσα των Μηνών (Salone dei Mesi), οι οποίες ανήκουν στα μεγαλύτερα επιτεύγματα της αναγεννησιακής ζωγραφικής στη Φερράρα, και είναι μία από τις καλύτερες μαρτυρίες της αίγλης της αυλής των Έστε που προσέλκυε τους καλλιτέχνες, ποιητές και φιλοσόφους, ειδικά τους νέους ανθρωπιστές της Αναγέννησης. Εντός των τειχών της πόλης δεν χάνεται η επαφή με την φύση, όχι μόνο στον Βοτανικό κήπο, αλλά και σε πολλά πάρκα, κήπους και παλαιά περιβόλια, συχνά καλά κρυμμένα εντός των προαύλιων χώρων των αναγεννησιακών παλατιών. Αυτά τα αιωνόβια δέντρα αποτελούν σύμβολο και ζωντανή απόδειξη του αθάνατου παρελθόντος. Η διάταξη της πόλης προκύπτει από τις αλλαγές πραγματοποιημένες κατά το Μεσαίωνα και αργότερα, ειδικά με τις αναγεννησιακές επεκτάσεις του Biagio Rossetti, ο οποίος δημιούργησε ένα σύστημα οπτικών αξόνων που ενώνουν την πόλη, οι οποίοι είναι διατηρημένοι και ορατοί και στον σημερινό επισκέπτη. Σύμφωνα με το πολεοδομικό σχέδιο, το δίκτυο δρόμων και τειχών ήταν στενά συνδεδεμένο με τα παλάτια, τις εκκλησίες και τους κήπους, ως μέρη ενός συνολικού σχεδίου που έδινε προτεραιότητα στην αρμονική διάταξη των οπτικών αξόνων της πόλης, παρά στην έμφαση ομορφιάς ενός απομονωμένου κτιρίου. Οι εξελίξεις στην πολεοδομία πραγματοποιημένες στη Φερράρα της Αναγέννησης επηρέασαν καθοριστικά την ανάπτυξή της στους επόμενους αιώνες.
|
Το τοπίοΤο κέντρο της πόλης της Φερράρας, ο ιστορικός και καλλιτεχνικός πυρήνας της περιοχής, βρίσκεται στην καρδιά ενός σχεδιασμένου πολιτιστικού τοπίου — μια πράσινη περιοχή εκτός των τειχών της πόλης, κατά τον ρου του Πάδου έως την Αδριατική Θάλασσα. Πέραν από τα άριστα διατηρημένα τείχη της πόλης, το πολιτιστικό τοπίο στα περίχωρά της διατηρεί τα ανθρώπινα σημάδια πολλών αιώνων στο φυσικό του περιβάλλον. Ο ορισμός του χώρου αυτού ως “Πολιτιστικού Τοπίου” αποβλέπει στην ανάδειξη του τρόπου με τον οποίο τα αναγεννησιακά ιδεώδη της αυλής των Έστε πραγματοποιήθηκαν τόσο στα πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά σχέδια, όσο και στο φυσικό τους περιβάλλον, με έμφαση στη αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπινης δραστηριότητας και της φύσης. Η ανάγκη για χρησιμοποίηση του ελώδους εδάφους της ευρύτερης ζώνης εκτός των τειχών της πόλης ως αγροτικής περιοχής, σήμαινε πολλούς αιώνες αδιάκοπων εγγειοβελτιωτικών έργων που άλλαξαν, διαμόρφωσαν και οργάνωσαν το τοπίο. Στο τοπίο αυτό βρίσκουμε σπαρμένα κτίρια, εκκλησίες, φρούρια και κάστρα, αλλά και πάρκα και επιφυλλασσόμενες περιοχές, από την ενδοχώρα έως τις ακτές, όπου ο κάμπος συναντάει τη θάλασσα. Η μεγάλη ποικιλότητα στην τυπολογία των αρχιτεκτονικών αριστουργημάτων που ενώνονται σε μία μοναδική διάρθρωση εδάφους
|
επηρεασμένη από την προβληματική ισορροπία γης και υδάτων — ένα τοπίο «αμφίβιο», σημαδευμένο με ψιλό πλέγμα αρδευτικού δικτύου και σχηματισμένο με αλληλεπίδραση του ανθρώπου και της φύσης, εντός του οποίου δημιουργήθηκαν ενότητες αγροτικών εκτάσεων, οικισμών και πολιτιστικών κέντρων. Ως εξαιρετικό δείγμα ανθρώπινου ελέγχου του φυσικού περιβάλλοντος παραμένει και σήμερα το σύστημα των “delizie” — πριγκηπικές κατοικίες οι οποίες ήταν κύριοι μοχλοί ψυχαγωγίας και πολιτισμού. Ο όρος “delizia” (“απόλαυση”) εμφαίνει πολλές και διάφορες μορφές πριγκηπικών κατοικιών, τις οποίες χαρακτήριζε συνεχής αλληλεπίδραση φύσης και τεχνάσματος, και τις οποίες η λογοτεχνική παράδοση του όψιμου 16ου αιώνα συνέδεε κυρίως με χώρους ανάπαυσης και ψυχαγωγίας. Οι “απολαύσεις” της οικογένειας Έστε συμπεριλαμβάνουν περισσότερες από 30 επαύλεις, κυνηγετικά περίπτερα και θερινά καταφύγια, χτισμένα από την οικογένεια Έστε στις περιοχές της Φερράρας και του Ροβίγκο (Rovigo) από τα τέλη του 14ου ως τα μέσα του 16ου αιώνα. Οι κατοικίες αυτές, κυρίως προαστιακές ή αγροτικές, εξυπηρετούσαν οικονομικούς, πολιτικούς, στρατηγικούς και κοινωνικούς σκοπούς, και ήταν πάντοτε έτοιμες να δεχτούν μια περιπλανώμενη αυλή.
|
Η έπαυλη “Delizia del Verginese” | ![]() |
|
Μερικές από τις “απολαύσεις” σώζονται και έχουν αναστηλωθεί, αλλά πέντε από αυτές αποτελούν τα καλύτερα παραδείγματα του είδους. Delizia di Schifanoia, η έπαυλη που χτίστηκε πρώτη, στα τέλη του 14ου αιώνα, και ήταν αρχικά τοποθετημένη στα περίχωρα της πόλης, διακοσμημένη με μία εξέχουσα σειρά τοιχογραφιών ζωγραφισμένων από τους μεγάλους καλλιτέχνες της τοπικής σχολής, της επονομαζόμενης “Officina ferrarese”. Η έπαυλη Delizia del Belriguardo στην Voghiera, που ακολουθεί το υπόδειγμα των αρχαίων | ρωμαϊκών επαύλεων, χτίστηκε στην εξοχή το 1436—1440, με συμβολές πολλών από τους σπουδαιότερους αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες της εποχής (μεταξύ των άλλων: Pietrobono Brasavola, Pietro Dagli Ordini, Biagio Rossetti, Cosmè Tura και Ercole de´ Roberti). Το κάστρο Castello della Mesola ανεγέρθηκε ως σύμβολο ολοκλήρωσης έργων αποστράγγισης του ελώδους εδάφους της περιοχής Polesine κοντά στην Ferrara. Το κάστρο, τριγυρισμένο από πυκνά δάση, ήταν για τους δούκες τόπος κυνηγιού και ποταμίσιου ψαρέματος. |
Πύργος Abate, αεροφωτογραφία | ![]() |
Η έπαυλη Delizia del Verginese, στο Portomaggiore, ξεχωρίζει λόγω των τεσσάρων πύργων με επάλξεις και επιβλητικών ακρογωνιαίων λίθων. Τη Delizia di Benvignante στην Argenta χαρακτηρίζουν το αίθριο με θολωτή οροφή (σταυροθόλιο) και ένας πύργος με επάλξεις. Η αναγνώριση της UNESCO υπογραμμίζει ακριβώς αυτήν την πτυχή του πολιτιστικού τοπίου, επιβεβαιώνοντας έτσι τον καινούργιο τρόπο αντιμετώπισης των πολιτιστικών αγαθών, όχι ως απομονομένων μνημείων αλλά, όπου είναι δυνατόν, ως μερών ενός σημαντικού και ενιαίου συνόλου. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς δεν εγγράφηκαν οι “delizie” των Verginese, Pomposa, Mesola ή Belriguardo, αλλά η περιοχή στην οποία βρίσκονται —τονίζοντας την συνοχή μεταξύ της πόλης και της υπαίθρου — ένα πολιτιστικό σύνολο στο οποίο τα μνημεία και φυσικά χαρακτηριστικά του τοπίου είναι ενωμένα με δυνατές αμοιβαίες σχέσεις. |