Ευφρασιανη βασιλικη στο Παρεντιο

Ευφρασιανη βασιλικη στο Παρεντιο

Ο καθεδρικός ναός του επισκόπου Ευφρασίου

Ευφρασιανη βασιλικη στο Παρεντιο, Κροατία

go back
    Hρωμαϊκή πόλη Parentium, η σημερινή πόλη Poreč, ιδρύθηκε από τους Ρωμαίους στην ήδη σποραδικά κατοικημένη χερσόνησο. Η μικρή ρωμαϊκή πόλη είχε ορθογώνιο και κανονικό σχηματισμό δικτύου δρόμων, με δύο (cardo και decumanum) λεωφόρους που τη διέσχίζαν και διαμορφώναν οικοδομικά τετράγωνα των δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων. Η αγορά (forum) βρισκόταν στην κορυφή της χερσονήσου, ενώ στη βόρεια πλευρά του χτίστηκε, τον 3ο αιώνα, ο πρώτος παλαιοχριστιανικός χώρος λειτουργείας ο οποίος, έναν αιώνα αργότερα, πήρε τη μορφή της πρώτης χριστιανικής εκκλησίας. Ο επίσκοπος Ευφράσιος ίδρυσε κατά τα μέσα του 6ου αιώνα, στη θέση μιας παλαιότερης εκκλησίας (του 5ου αιώνα), μία μεγάλη βασιλική διακοσμημένη με εξαιρετικά εντοίχια ψηφιδωτά.
Πόρετς, Βασιλική του Ευφρασίου, Το ψηφιδωτό της αψίδας   
 

 

  Το συγκρότημα της βασιλικής του Ευφρασίου εγγράφτηκε επισήμως στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της το 1997. Η διαδικασία δικαιολόγησης της ξεχωριστής θέσης της βασιλικής ανάμεσα στα παρόμοια μνημεία ήταν χρονοβόρα. Η περιγραφή του καθεδρικού ναού δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολο επιχείρημα, αλλά έπρεπε να αποδειχτεί πειστικά και αναμφίβολα η μοναδικότητά του. Η σπουδαιότητα του μνημείου δεν βρίσκεται μονάχα στην αισθητική του αξία, αλλά και στην ιστορική αξία και του συνόλου και της κάθε λεπτομέρειας.    Η σύγχρονη αξιολόγηση των μνημείων συμπεριλαμβάνει στις αναλύσεις της όλα τα στοιχεία της δομής τους (τα ορατά και τα αόρατα), όπως τα θεμέλια, την εσωτερική δομή των τοίχων, τις στρώσεις της επίχρισης των τοιχών, τα αρχαιολογικά κατάλοιπα, τα ίχνη των διαφορετικών περιόδων, και κρίνει την αρχειακή και επιστημονική αξία τους. Μπορούμε να προσθέσουμε και τον τρόπο αξιοποίησης του μνημείου, ο οποίος είναι και σήμερα σύμφωνος με την αρχική του λειτουργία. 
Πόρετς, Βασιλική του Ευφρασίου, Το αίθριο και η πρόσοψη της εκκλησίας   
 

 

 

Η προ Ευφρασίου εποχή

Πριν από την ίδρυση της βασιλικής από τον επίσκοπο Ευφράσιο, στην ίδια θέση υπήρχαν τουλάχιστον δύο παλαιότερα στάδια παλαιοχριστιανικών κτισμάτων. Η πρώτη εκκλησία χτίστηκε τον 4ο αιώνα, και τα απομεινάρια της σώζονται νοτίως της βασιλικής του Ευφρασίου. Ο χώρος της εκκλησίας αυτής ήταν χωρισμένος σε τρεις τετραγωνικές αίθουσες ανίσου μεγέθους, με ψηφιδωτά δαπέδου των οποίων τα αποσπάσματα σώζονται και σήμερα. Τα ψηφιδωτά αυτά σώζουν και επιγραφές με ονόματα χορηγών, που πληροφορούν περί συμμετοχής ορισμένων ευσεβών πιστών στην κατασκευή τους. Τμήμα της βόρειας αίθουσας πιθανόν χρησίμευε ως βαπτιστήριο. Η είσοδος στην εκκλησία ήταν μέσω νάρθηκα, ο οποίος ήταν χτισμένος στον χώρο της Cardo, που οδηγούσε εώς τη βόρεια είσοδο της πόλης. Ακόμα και σήμερα είναι φανερή η στενή σχέση της ρωμαϊκης πολεοδομίας και της θέσης του καθεδρικού ναού. Η παλαιότερη εκκλησία βρισκόταν στη γωνία ενός από τα βόρεια οικοδομικά τετράγωνα (insulae) της πόλης, στη θέση των ρωμαϊκών εγκόσμιων κτιρίων. Η παλαιότερη ιστοριογραφία ερμήνευε ένα μέρος της δομής των ρωμαϊκών οικιών ως απομεινάρια μυστικής χριστιανικής εκκλησίας του 3ου αιώνα (domus ecclesiae), συνδέοντάς τα με τα στοιχεία της επιγραφής που αναφέρει τη μεταφορά της σορού του επισκόπου Μάουρου (Mauro), ο οποίος επισκεύασε την αρχική εκκλησία (primitiva ecclesia). Σύμφωνα με αυτές τις ερμηνείες, σε αυτη την κρυμμένη εκκλησία βρισκόταν και το ψηφιδωτό με τον ’’ιχθύν’’ ως μυστικό σύμβολο της χριστιανοσύνης. Εντός της βασιλικής σώζεται και η επιγραφή με το όνομα του επισκόπου Μάουρου. 
 
Στα μέσα του 5ου αιώνα η πρώτη εκκλησία επισκευάστηκε και επεκτάθηκε. Αυτό το δεύτερο στάδιο του καθεδρικού συγκροτήματος ονομάζουμε Προευφρασιάνα, την οποία αποτελούσαν δύο παράλληλες τρίκλιτες βασιλικές, χωρισμένες με μικρότερες αίθουσες και μια δεξαμενή νερού. Τις προσόψεις των δύο βασιλικών ένωνε ένας νάρθηκας με ψηφιδωτό δάπεδο (σχήμα ψαροκόκαλου). Η κάτοψη της μεγάλης νότιας βασιλικής συμπίπτει με τη σημερινή, εκτός από την ανατολική πλευρά, η οποία έκλεινε με τοίχο. Τα ψηφιδωτά δαπέδου της Προ-Ευφρασίου βασιλικής διατηρήθηκαν μεχρί τις ημέρες μας κάτω από σημερινό λίθινο κάλυμμα, και μερικά αποσπάσματα εικόνων φαίνονται σε ανοίγματα στο δάπεδο. Η μικρότερη των δύο Προ-Ευφρασιανών βασιλικών διατηρήθηκε στα αρχαιολογικά κατάλοιπα του τμήματος του θριαμβευτικού τόξου και της αρχής της τοξοστοιχίας. Κατά τον Πρώιμο Μεσαίωνα, ο χώρος αυτής της βασιλικής περιορίστηκε στο κεντρικό κλίτος, ενώ στην αψίδα τοποθετήθηκε μια μεγάλη λίθινη σαρκοφάγος κάτω από το αρκοσόλιο, και δίπλα του το Ιερό Βήμα. Κατά τη δεύτερη περίοδο των επισκευών του Πρώιμου Μεσαίωνα, η αψίδα διαμορφώθηκε με την προσθήκη τριών μικροτέρων εγγεγραμμένων αψίδων. Κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα, ο χώρος αυτός προσαρμόστηκε για να χρησιμοποιηθεί ως σκευοφυλάκιο. Στους τοίχους υπάρχουν υπολείμματα τοιχογραφιών γοτθικής τεχνοτροπίας, της ίδιας εποχής. Το συγκρότημα των Προ-Ευφρασιανών βασιλικών συμπεριλάμβανε και το οκταγωνικό βαπτιστήριο με εξαγωνική κολυμβήθρα. Από το βαπτιστήριο, γύρω από το οποίο υπήρχε πολυγωνικός διάδρομος, το αίθριο ως εσωτερική αυλή οδηγούσε στη μεγάλη βασιλική. 
 
Πόρετς, Βασιλική του Ευφρασίου, Βυζαντινό κιονόκρανο   

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η βασιλική του Ευφρασίου 

Με τα μεγάλα έργα του επισκόπου Ευφρασίου (στα μέσα του 6ου αιώνα), ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντα του επισκόπου του Παρεντίου μετά την ανακατάληψη της περιοχής από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό, επισκευάστηκε προσεκτικά και ο καθεδρικός ναός. Στην παλαιότερη μεγάλη βασιλική προστέθηκε καινούργιο ιερό με αψίδες, κιονοστοιχία και διάκοσμο, χτίστηκε και το παρεκκλήσι, το καινούργιο αίθριο και το Επισκοπικό Μέγαρο. Η μικρότερη βασιλική και το βαπτιστήριο παρέμειναν ανέγγιχτοι εντός του συγκροτήματος. Ο επίσκοπος Ευφράσιος διακόσμησε τη βασιλική με κίονες, κιονόκρανα και λειτουργικό εξοπλισμό από μάρμαρο της Προκοννήσου. Ξεχωριστή θέση έχει μια σειρά κιονόκρανα με διαφορετικές μορφές: κορινθιακά κιονόκρανα με σειρές ακανθώδους άκανθου, σε μορφή πρισματοειδούς καλαθιού, δυζωνικά με φανταστικά ζώα στις γωνίες. Το κιβώριο της Άγιας Τράπεζας επισκευάστηκε, από τα σωζόμενα αποσπάσματα, σε υποτιθέμενη αρχική του μορφή. Τα κιγκλιδώματα του κιβωρίου είναι στολισμένα με συμβολικές συνθέσεις που συμπεριλαμβάνουν τους σταυρούς, το μονόγραμμα του Χριστού, τα κέρατα της αφθονίας, τα ελάφια που πίνουν από τον κάνθαρο. Πολλά θραύσματα του κιβωρίου και του αμβώνα βρίσκονται εκτεθειμένα στο αίθριο και στο lapidarium. Τα αρχιτεκτονικά γλυπτά και ο διάκοσμος αναδεικνύουν χαρακτηριστικά της βυζαντινής γλυπτικής του 6ου αιώνα, και πιθανόν να προέρχονται από τα αυτοκρατορικά εργαστήρια λιθοτεχνίας στην Ελλάδα, και εισήχθησαν στο Παρέντιο ως έτοιμο προϊόν. Στα τόξα της βόρειας κιονοστοιχίας σώζεται σε εξαιρετικά καλή κατάσταση ο αρχικός διάκοσμος σε στόκο, με ένα ρεπερτόριο γεωμετρικών και φυτικών σχημάτων εντός των οποίων βρίσκονται τα πουλιά και τα κέρατα της αφθονίας. Τα κατάλοιπα του στόκου της ίδιας εποχής είναι ορατά και στο εσωτερικό του παραθύρου της δυτικής πρόσοψης. Το καινούργιο Ιερό Βήμα με τρεις αψίδες ήταν επικαλυμμένο με μεγάλη ψηφιδωτή σύνθεση. Το εικονογραφικό πρόγραμμα του ψηφιδωτού διάκοσμου της κύριας αψίδας αποτελείται από την εικόνα του Χριστού με τους δώδεκα αποστόλους στην ανώτερη ζώνη του θριαμβευτικού τόξου. Στις μικρές αψίδες που πλαισιώνουν την κεντρική εικονιζόταν, επίσης σε ψηφιδωτό,
ο Χριστός αγένειος, σε προτομή που αναδύεται μέσα από σύννεφα, κρατώντας στέφανο για να στέψει τους αγίους Κωσμά και Δαμιανό. Eντός του θριαμβευτικού τόξου σειρά μεταλλίων με προτομές αγίων (γυναικών). Στην κόγχη της αψίδας η ένθρονη βρεφοκρατούσα Π ναγία περιστοιχίζεται από δύο αγγέλους που κρατούν κοντάρι, τον δωρητή και μερικούς αγίους. Δεξιά της ο άγιος Μαύρος, πολιούχος του Παρεντίου, κρατά στα καλυμμένα από το ιμάτιο χέρια του τον στέφανο του μαρτυρίου και εισάγει τον επίσκοπο Ευφράσιο, ο οποίος προσφέρει την εκκλησία στη Θεοτόκο. Ακολουθεί ο αρχιδιάκονος Κλαύδιος.
 
Ανάμεσα στα δυο τελευταία πρόσωπα παρεμβάλλεται ο νεαρός γιος του Κλαύδιου, Ευφράσιος. Ψηλά, το χέρι του Θεού κρατάει ένα στέφανο πάνω από το κεφάλι της Παναγίας και βγαίνει από τον ουρανό με μακρόστενα σύννεφα. Σε όλο το πλάτος της αψίδας, η επιγραφή με τέσσερεις σειρές λευκών γραμμάτων σε σκούρο γαλάζιο φόντο αφηγείται την ιστορία της βασιλικής, την οποία έκτισε ο επίσκοπος Ευφράσιος από τα θεμέλια, διότι η παλαιότερη ήταν ερειπωμένη και δίχως διάκοσμο. Στην χαμηλότερη ζώνη βρίσκονται παραστάσεις του Ευαγγελισμού και της Επίσκεψης της Μαρίας στην Ελισάβετ, καθώς και τα πρόσωπα του Αγίου Ζαχαρία και του Αγίου του Ιωάννη του Προδρόμου (του Βαπτιστή). Το ευδιάκριτο γείσο από το στόκο χωρίζει το ψηφιδωτό διάκοσμο στο ισόγειο τμήμα της αψίδας, το οποίο αποτελείτατι από μια σειρά τετραγώνων σχεδιασμένων με τεχνική πολύχρωμου opus sectile. Στην εκτέλεσή τους χρησιμοποιήθηκαν θραύσματα μαρμάρου και κεραμιδίων σε δεκάδες χρώματα. Ιδιαίτερη εντύπωση αφήνει η ανάκλαση του φωτός στις φιλντισένιες επιφάνειες. Στο κάτω μέρος της αψίδας σώζεται, στην αρχική του μορφή, το σύνθρονο (δηλαδή τα μαρμάρινα καθίσματα των κληρικών), μαζί με το θρόνο του επισκόπου. Στις πλευρικές αψίδες σώζονται τμήματα του ψηφιδωτού διάκοσμου της κόγχης, με την εικόνα του Χριστού που τοποθετεί τα στεφάνια του μαρτυρίου στα κεφάλια των αγίων. Το αίθριο με τις τέσσερεις στοές μπροστά από την δυτική πρόσοψη, έχει κιονοστοιχίες αποτελούμενες από δυο κίονες (και τρία τόξα), ίδιους με εκείνους στο εσωτερικό της βασιλικής, εκτός από τους δυο κίονες της βόρειας πλευράς του αιθρίου οι οποίοι αποτελούν αντιγραφές του 19ου αιώνα. Υπήρχαν επίσης και ψηφιδωτά στο εξωτερικό: στη δυτική πρόσοψη, πάνω από τη στοά του αιθρίου, ο Χριστός περιστοιχιζόμενος από οκτώ αποστόλους κατελάμβανε ένα τύμπανο, ενώ πιό κάτω οι υπόλοιποι τέσσερεις απόστολοι πλαισίωναν τα παράθυρα, ανάμεσα στα οποία εικονίζονταν αστραφτερές οι επτά λυχνίες της Αποκαλύψεως. Στο ανατολικό αέτωμα παριστανόταν η Μεταμόρφωση. Τα ψηφιδωτά αυτά δυστυχώς υπέστησαν αρκετές ζημιές από αδέξιες επισκευές του τέλους του 19ου αιώνα. 
Βόρεια των αψίδων της βασιλικής βρίσκεται ένας μικρός τρίχωρος ναός (cella trichora, σε σχήμα τριφυλλιού), χτισμένος κι αυτός επί Επισκοπίας Ευφρασίου, πιθανόν ως μαυσωλείο. Μπροστά του είναι ελλειψοειδές προαύλιο. Κι εδώ υπάρχουν κατάλοιπα πολύχρωμου ψηφιδωτού του 6ου αιώνα, ενώ στη μέση τοποθετήθηκε μεγάλη μαρμάρινη σαρκοφάγος-λειψανοθήκη του 1247, με λείψανα των δύο πολιούχων, του Μάυρου και του Ελευθερίου. 
 
Πόρετς, Βασιλική του Ευφρασίου, Ψηφιδωτός »ιχθύς«    

Το Επισκοπείο 

Η επίσημη κατοικία του επισκόπου χτίστηκε βορείως του αιθρίου — ένα μονώροφο κτίριο με μεγάλη κεντρική αίθουσα στον πρώτο όροφο. Στην βόρεια πλευρά της ο χώρος καταλήγει σε αψίδες από τις οποίες η κεντρική είναι αρκετά μεγαλύτερη. Η κεντρική αίθουσα σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση σε όλο το ύψος της — αυτή ήταν η αίθουσα τελετών του Επισκόπου Ευφρασίου από την οποία διοικούσε την επισκοπή και την πόλη. Αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα ιεραρχικά οργανωμένου και προσανατολισμένου χώρου. Τετράγωνη αίθουσα φωτίζεται από μια σειρά παράθυρα κάτω από τη στέγη (σε ένα από τα παράθυρα σώζεται και το αρχικό λίθινο κάλυμμα παραθύρου). Η μεγάλη αψίδα φωτίζεται από τα πέντε χαμηλότερα τοποθετημένα μεγάλα παράθυρα. Σώζεται και το μεσαίο τρίλοβο άνοιγμα — τρίβηλο — μπροστά στη μεγάλη αψίδα. Και το κτίριο της Επισκοπής του Παρεντίου (του Πόρετς) είναι απότελεσμα των οικοδομικών δραστηριοτήτων του Επισκόπου Ευφρασίου τον 6ο αιώνα. Αποτελεί μοναδικό σωζόμενο δείγμα αρχιτεκτονικής αυτού του τύπου της Παλαιοχριστιανικής περιόδου. Στη μικρότερη ανατολική αίθουσα είναι φανερά τα ίχνη των αλλαγών στον χώρο — η εμφάνιση του χώρου άλλαζε ανάλογα με την εποχή, αλλά η δωμή του παρέμεινε εξαιρετικά διατηρημένη. Στη δυτική αίθουσα σώζονται οι τοιχογραφίες της εποχής της Επισκοπείας του Πολεσίνη, του τέλους του 18ου αιώνα. Το ανακαινισμένο κτίριο της Επισκοπής σήμερα φιλοξενεί το εκκλησιαστικό μουσείο, το οποίο εκθέτει τα ευρήματα των μακροχρόνιων αρχαιολογικών ανασκαφών: τα κατάλοιπα των αρχικών ψηφιδωτών δαπέδου του 4ου και του 5ου αιώνα, ένα θραύσμα ψηφιδωτού δαπέδου με το σύμβολο του Χριστού (ιχθύς), θραύσματα αγαλμάτων της εποχής του 2ου—6ου αι., την πρόσοψη του Ιερού Βήματος του Επισκόπου Ευφρασίου από το μάρμαρο της Προκοννήσου με συμβολικά ανάγλυφα και μια επιγραφή, τον μονολιθικό θρόνο του επισκόπου του 8ου αι., που βρισκόταν στην βόρεια εκκλησία. Το συγκρότημα της Βασιλικής του Ευφρασίου έχει υποστεί ελάχιστες αλλάγες από τον 6ο αιώνα μέχρι σήμερα. Κατά το Μεσαίωνα εγκαταλείφτηκε και καταστράφηκε η μικρότερη από τις δύο παλαιότερες βασιλικές. Η εμφάνιση του πρεσβυτερίου της βασιλικής του Ευφρασίου άλλαξε μερικώς το 1267, όταν προστεθηκε το τετράγωνο κιβώριο διακοσμημένο με ψηφιδωτά. Η βασιλική δυστυχώς υπέστη αρκετές ζημιές ζημιές από αδέξιες επισκευές του τέλους του 19ου αιώνα, όταν προστέθηκαν δύο πλάγια παρεκκλήσια τα οποία αφαιρέθηκαν κατά τη διάρκεια των αναστηλωτικών έργων της μεσοπολεμικής περιόδου. Στη σημερινή του μορφή το συγκρότημα της βασιλικής είναι μάλλον το καλύτερα διατηρημένο παλαιοχριστιανικό συγκρότημα στον κόσμο.